θερμοβυθόμετρο

θερμοβυθόμετρο
το τεχνολ. συσκευή προσδιορισμού τού βάθους τών ωκεάνιων υδάτων με την μέτρηση τής διαφοράς θερμότητας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θερμ(ο)-* + βυθόμετρο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”